NCGS: Ευαισθησία στη γλουτένη η οποία δε σχετίζεται με κοιλιοκάκη
Μπορεί η γλουτένη να προκαλέσει γαστρεντερικά συμπτώματα σε άτομα που δεν έχουν κοιλιοκάκη? Κι αν ναι,με ποιο μηχανισμό?
Η ευαισθησία στη γλουτένη, η οποία δε σχετίζεται με κοιλιοκάκη (Non-celiac gluten sensitivity,NCGS), είναι ένα σύμπλεγμα αλλαγών, που διαδραματίζονται μετά την κατανάλωση σιταριού, το οποίο αποτελεί πηγή γλουτένης, αλλά επίσης και κριθαριού και σίκαλης, σε άτομα στα οποία έχει αποκλειστεί η διάγνωση κοιλιοκάκης. Το φαινόμενο αυτό δεν είναι καινούριο, οι πρώτες μελέτες προκύπτουν γύρω στο 1980, ενώ ακόμη εκλείπουν τα διαγνωστικά κριτήρια. Μελέτες πληθυσμού υποδηλώνουν, πως το φαινόμενο είναι ίσως 6-10 φορές πιο συχνό από την κοιλιοκάκη.
Σημαντικό μέρος του γενικού πληθυσμού αναφέρει προβλήματα, που προκαλούνται με την κατανάλωση σιταριού, ενώ δεν παρουσιάζουν κοιλιοκάκη, ή αλλεργία στο σιτάρι. Πρόκειται για μια ετερογενή ομάδα πληθυσμού, αποτελούμενη από διαφορετικές υπο-ομάδες, η κάθε μια εκ των οποίων, χαρακτηρίζεται από διαφορετική παθογένεια, ατομικό ιστορικό και κλινική πορεία. Οι περισσότεροι από αυτούς τους ασθενείς, παραπονούνται, είτε για γαστρεντερικά συμπτώματα, είτε για συμπτώματα εκτός γαστρεντερικού συστήματος ,όπως, πόνους στις αρθρώσεις, «βαρύ κεφάλι», μουδιάσματα στα πόδια, χέρια, ή στα δάκτυλα, εξάνθημα, ακόμη και νευροψυχιατρικές διαταραχές. Τα συμπτώματα αυτά, χαρακτηριστικά εμφανίζονται ώρες, ή μέρες μετά την κατανάλωση γλουτένης κι εξαφανίζονται με την έναρξη δίαιτας ελεύθερης γλουτένης.
Να υπενθυμίσουμε σε αυτό το σημείο, πώς μια δίαιτα ελεύθερη γλουτένης, είναι πιο περιοριστική από μια δίαιτα ελεύθερη σίτου. Το σιτάρι αποτελείται από πρωτεΐνες, δηλαδή, αλβουμίνη, γλοβουλίνη και γλουτένη, και η πλειοψηφία των αντιδράσεων σε ένα άτομο που παρουσιάζει αλλεργία στο σιτάρι, προκαλείται από την αλβουμίνη και τη γλοβουλίνη. Έτσι, ενώ μια δίαιτα ελεύθερη γλουτένης, πάντα θα είναι μια δίαιτα ελεύθερη σίτου, μια δίαιτα ελεύθερη σίτου δεν είναι πάντα ελεύθερη γλουτένης!
Εκτός όμως από πρωτεϊνες, το σιτάρι αποτελεί επίσης μια σημαντική πηγή ενός τύπου υδατάνθρακα, που ονομάζεται φρουκτάνη. Οι φρουκτάνες είναι ενώσεις μορίων φρουκτόζης κι ανήκουν στη ευρύτερη οικογένεια των FODMAPs (“Fermentable, Oligo-, Di-, Mono-saccharides And Polyols”.) Γράφονται πολλά τελευταία για αυτή τη διατροφική ομάδα, καθώς φαίνεται πως μπορεί να προκαλέσει συμπτώματα από το γαστρεντερικό, όπως, αέρια, «φούσκωμα», ή διάρροια, σε μια υπο-ομάδα ασθενών με σύνδρομο ευερέθιστου εντέρου (σπαστική κολίτιδα). Οι φρουκτάνες, εκτός από το σιτάρι ανευρίσκονται και σε άλλα είδη τροφών, όπως το κρεμμύδι, το σκόρδο, την αγκινάρα, τα σπαράγγια. Κι εδώ εγείρεται ένα άλλο ερώτημα: τελικά, η ευαισθησία στη γλουτένη, η οποία δε σχετίζεται με κοιλιοκάκη, αφορά μόνο τη γλουτένη, ή, τουλάχιστον σε ένα μέρος των ασθενών, αφορά (και) την ευαισθησία τους στη φρουκτάνη? Μήπως θα πρέπει να ομιλούμε για ένα άλλο φαινόμενο? Υπάρχουν μελέτες εν εξελίξει, οι οποίες πιθανά να αποκαλύψουν περισσότερα από την κορυφή του παγόβουνου, που ονομάζεται ευαισθησία στη γλουτένη,η οποία δε σχετίζεται με κοιλιοκάκη (NCGS).
Αναφορικά με τον παθοφυσιολογικό μηχανισμό ανάπτυξης NCGS, λίγα στοιχεία έχουν προκύψει έως τώρα. Ενώ, η κοιλιοκάκη αναγνωρίζεται ως μια αυτοάνοσος πάθηση με κριτήρια σαφή, ακόμη και σε μοριακό επίπεδο, το ίδιο δε φαίνεται να ισχύει για τη NCGS. Οι έρευνες πάντως καταδεικνύουν κι εδώ εμπλοκή του ανοσοποιητικού συστήματος, ίσως με διαφορετικό επί μέρους μηχανισμό.
Έως τώρα δεν υπάρχουν θεσπισμένα κριτήρια για την ασφαλή διάγνωση της ευαισθησίας στη γλουτένη η οποία δε σχετίζεται με κοιλιοκάκη. Παρ’όλα αυτά, έχει διαπιστωθεί σε κάποιες περιπτώσεις, αυξημένη επίπτωση των IgG αντι-γλοιαδινικών αντισωμάτων.
Η διαγνωστική προσπέλαση περιλαμβάνει την παρουσία συμπτωμάτων, παρόμοιων με εκείνων της κοιλιοκάκης ή της αλλεργίας στο σιτάρι, αρνητικά αλλεργιολογικά τεστ και απουσία αντισωμάτων anti-Ttg και EMA. Επίσης, αρνητική βιοψία από το 12δάκτυλο κατά τη γαστροσκόπηση. Χαρακτηριστική είναι η εξαφάνιση των συμπτωμάτων με δίαιτα ελεύθερη γλουτένης κι επανεμφάνισή τους με την επανεισαγωγή της γλουτένης στο διαιτολόγιο. Εν κατακλείδι, πρόκειται για ένα συχνό φαινόμενο με πολυπαραγοντική αιτιολογία. Η βαθύτερη ερμηνεία της ευαισθησίας στη γλουτένη, η οποία δε σχετίζεται με κοιλιοκάκη, θα προκύψει με την στοιχειοθέτηση αντικειμενικών, κλινικών, διαγνωστικών κριτηρίων και την ανεύρεση ειδικών βιολογικών δεικτών. Αυτό θα έχει ως αποτέλεσμα την ανάπτυξη ολοκληρωμένης θεραπευτικής στρατηγικής.
Σημαντικό. Δεν κάνουμε μόνοι μας τη διάγνωση. Αν πιστεύουμε,πως έχουμε κοιλιοκάκη, ή ευαισθησία στη γλουτένη, απευθυνόμαστε στο γιατρό μας , για να προχωρήσουμε στις κατάλληλες δοκιμασίες πριν ξεκινήσουμε μια δίαιτα ελεύθερη γλουτένης.
Μαρκουτσάκη Νίνα
Ιατρός, Γαστρεντερολόγος – Ηπατολόγος